Νόμος 2972/ 2001
Εκσυγχρονισμός της οργάνωσης και της λειτουργίας του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΝΟMΟΘΕΣΙΑΣ Ι.Κ.Α. ΣΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΟ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ (Ο.Π.Σ.)
Άρθρο 1
Αναλυτική Περιοδική Δήλωση
1. Κάθε εργοδότης, που απασχολεί πρόσωπα που υπάγονται στην ασφάλιση του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α.) ή στην ασφάλιση των φορέων ή των κλάδων και λογαριασμών των οργανισμών κοινωνικής πολιτικής τις εισφορές των οποίων εισπράττει ή συνεισπράττει το Ι.Κ.Α., υποχρεούται να υποβάλλει και να διαφυλάσσει Αναλυτική Περιοδική Δήλωση, η οποία στο εξής θα αποκαλείται Α.Π.Δ..
2. Mε Κανονισμό, που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 16 του α.ν. 1846/1951 (ΦΕΚ 179 Α΄), ορίζονται ο τύπος, η μορφή και το περιεχόμενο της Α.Π.Δ. και των τυχόν συνοδευτικών εντύπων υποστήριξης, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
Mε τον ίδιο Κανονισμό καθορίζονται τα πρόσωπα που εξαιρούνται από την υποχρέωση της προηγούμενης παραγράφου και ορίζονται τα στοιχεία που υποχρεούνται να τηρούν και να υποβάλλουν, καθώς και ο τρόπος απεικόνισης της ασφάλισής τους.
3. Mε απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ι.Κ.Α. και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται η ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής της παραγράφου 1.
Μέχρι την έκδοση της υπουργικής απόφασης που προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 2, 3, 4, 5, 6, 7, 9, 10 και 11. Κατά το διάστημα αυτό εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 8 και 9 του άρθρου 26 του α.ν. 1846/1951.
Άρθρο 2
Τρόπος υποβολής της Α.Π.Δ.
Η Α.Π.Δ. υποβάλλεται είτε ηλεκτρονικά ή με μαγνητικό μέσο ή εγγράφως.
1. Υπόχρεοι για την υποβολή σε ηλεκτρονική μορφή ή με μαγνητικό μέσο είναι:
α) το Δημόσιο,
β) τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.),
γ) οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης, α΄ και β΄ βαθμίδας,
δ) οι εργοδότες που εκτελούν δημόσια έργα σύμφωνα με την έννοια του άρθρου 8 περίπτωση 5 εδάφιο ε΄ του α.ν. 1846/1951, και με προϋπολογισμό δαπάνης μεγαλύτερο από αυτόν που καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού
Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ύστερα από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ι.Κ.Α.,
ε) οι εργοδότες που δεν είναι φυσικά πρόσωπα, και καταβάλλουν εισφορές για το Ι.Κ.Α., ή για φορείς ή κλάδους και λογαριασμούς οργανισμών κοινωνικής πολιτικής, τις εισφορές των οποίων εισπράττει ή συνεισπράττει το Ι.Κ.Α..
2. Υπόχρεοι για την υποβολή είτε ηλεκτρονικά ή με μαγνητικό μέσο ή εγγράφως είναι:
α) οι εργοδότες που είναι φυσικά πρόσωπα, οι οποίοι απασχολούν πάνω από πέντε εργαζόμενους,
β) οι εργοδότες που εκτελούν δημόσια έργα με αυτεπιστασία.
Οι εργοδότες της παρούσας παραγράφου υποχρεούνται να υποβάλλουν την Α.Π.Δ. είτε ηλεκτρονικά είτε με μαγνητικό μέσο, μετά την παρέλευση δώδεκα μηνών από την έναρξη εφαρμογής της. με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορεί να παρατείνεται η ανωτέρω προθεσμία.
3. Υπόχρεοι για την υποβολή της Α.Π.Δ. σε έγγραφη μορφή και προαιρετικά σε ηλεκτρονική μορφή ή με μαγνητικό μέσο είναι:
α) οι εργοδότες που είναι φυσικά πρόσωπα, οι οποίοι απασχολούν μέχρι πέντε εργαζόμενους και
β) οι εργοδότες ιδιωτικών οικοδομικών έργων.
Mε τον Κανονισμό που προβλέπεται από την παρ. 2 του άρθρου 1, μπορεί να ορισθεί και για τα ανωτέρω πρόσωπα η υποχρεωτική υποβολή της Α.Π.Δ. σε ηλεκτρονική μορφή ή με μαγνητικό μέσο.
4. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη του Δ.Σ. του Ι.Κ.Α., καθορίζονται οι διαδικασίες υποβολής, ταυτοποίησης, αναστολής ταυτοποίησης, διαχείρισης και κάθε άλλη λεπτομέρεια που απαιτείται για την υποβολή της Α.Π.Δ. με χρήση ηλεκτρονικών μέσων και δικτυακών υποδομών.
Άρθρο 3
Μισθολογικές περίοδοι Α.Π.Δ.
Προθεσμία υποβολής
1. Η Α.Π.Δ. περιλαμβάνει στοιχεία αποκλειστικώς της χρονικής περιόδου στην οποία αναφέρεται (μήνας ή τρίμηνο). Δεν καταχωρίζονται σε αυτήν περίοδοι απασχόλησης παρελθόντος χρόνου, εκτός εάν αφορούν αναδρομικές αποδοχές σε εφαρμογή Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας ή απόφασης Διαιτησίας.
Για μισθολογικές περιόδους απασχόλησης παρελθόντος χρόνου υποβάλλεται ιδιαίτερη Α.Π.Δ..
2. Τα στοιχεία τα οποία περιλαμβάνει η Α.Π.Δ., που υποβάλλουν: α) οι εργοδότες που είναι φυσικά πρόσωπα και έχουν εποχική δραστηριότητα, β) οι εργοδότες που δεν είναι φυσικά πρόσωπα και είναι επιχειρήσεις πλήρους ή εποχικής λειτουργίας, γ) οι εργοδότες δημόσιων έργων και οι εργοδότες ιδιωτικών οικοδομικών και τεχνικών έργων, ανεξαρτήτως του τρόπου με τον οποίο αυτά εκτελούνται, αναφέρονται στον ημερολογιακό μήνα απασχόλησης των εργαζομένων.
Ειδικά για το Δημόσιο, τα Ν.Π.Δ.Δ., τους ΟΤΑ α' και β βαθμίδας, τους εργοδότες που είναι φυσικά πρόσωπα με συνεχή δραστηριότητα, καθώς και για όσους καταβάλλουν εισφορές στο Ι.Κ.Α. μόνο για φορείς ή κλάδους και λογαριασμούς οργανισμών κοινωνικής πολιτικής τις εισφορές των οποίων εισπράττει το Ι.Κ.Α., τα στοιχεία της Α.Π.Δ. αναφέρονται σε κάθε ημερολογιακό τρίμηνο απασχόλησης.
3. Οι Α.Π.Δ. υποβάλλονται μέσα στον επόμενο μήνα από τη λήξη του μηνός ή του τριμήνου στο οποίο αναφέρονται.
Με τον Κανονισμό της παραγράφου 2 του άρθρου 1 καθορίζεται το εντός του μήνα ακριβές χρονικό διάστημα υποβολής των Α.Π.Δ., ανάλογα με τον αριθμό μητρώου του εργοδότη. Οι εργοδότες οικοδομικών και τεχνικών έργων υποβάλλουν την Α.Π.Δ. μέσα σε δέκα ημέρες από το τέλος του ημερολογιακού μήνα της απασχόλησης, ανεξάρτητα από τον αριθμό μητρώου τους.
Άρθρο 4
Αρμόδιο Υποκατάστημα Ι.Κ.Α.
Υποβολή Α.Π.Δ.
1. Αρμόδιο υποκατάστημα ή παράρτημα Ι.Κ.Α. για την απογραφή του εργοδότη και την υποβολή της Α.Π.Δ. είναι το υποκατάστημα ή παράρτημα στην ασφαλιστική περιοχή του οποίου βρίσκεται η έδρα της επιχείρησης.
2. Για τα ιδιωτικά οικοδομικά και τεχνικά έργα και τα δημόσια έργα που εκτελούνται με ανάθεση ή εργολαβία, αρμόδιο για την απογραφή του εργοδότη και την υποβολή της Α.Π.Δ. είναι το υποκατάστημα ή παράρτημα στην ασφαλιστική περιοχή όπου εκτελείται το έργο.
Για τα δημόσια έργα που εκτελούνται, με ανάθεση ή εργολαβία, και με ενιαίο προϋπολογισμό, σε περισσότερες της μιας ασφαλιστικές περιοχές αρμόδιο είναι το υποκατάστημα ή το παράρτημα στο οποίο ανήκει η έδρα του αναδόχου.
Για δημόσια έργα, που εκτελούνται με αυτεπιστασία, αρμόδιο είναι το υποκατάστημα ή παράρτημα στην ασφαλιστική περιοχή του οποίου έχει την έδρα της η δημόσια υπηρεσία που εκτελεί το έργο.
3. Ο διευθυντής του υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. του τόπου απασχόλησης είναι αρμόδιος για την επίλυση των αμφισβητήσεων που αφορούν την υπαγωγή στην ασφάλιση, το ύψος των οφειλόμενων εισφορών, πρόσθετων τελών, προστίμων και προσαυξήσεων, τη βεβαίωση των οφειλών, την αμφισβήτηση αυτών από τον έχοντα έννομο συμφέρον, καθώς και γενικά των αντικειμένων της καθ' ύλην αρμοδιότητας του.
Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μπορεί να ανατίθενται οι αρμοδιότητες αυτές ως αρμοδιότητα κατά τόπο στο υποκατάστημα Ι.Κ.Α. της έδρας του εργοδότη για τις επιχειρήσεις που ασκούν επαγγελματική δραστηριότητα σε περισσότερες από μία ασφαλιστικές περιοχές και για τις επιχειρήσεις που ασκούν επαγγελματική δραστηριότητα σε ασφαλιστική περιοχή άλλη από αυτήν στην οποία έχουν εγκατεστημένη την έδρα τους, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
4. Οι διατάξεις του δεύτερου και τρίτου εδαφίου της παραγράφου 2 εφαρμόζονται για έργα που απογράφονται από την έναρξη εφαρμογής της Α.Π.Δ. και εφεξής.
5. Η Α.Π.Δ. περιλαμβάνει κατ' ελάχιστον τις παρακάτω πληροφορίες:
α) στοιχεία και αριθμό μητρώου του εργοδότη ή του έργου,
β) έτος και μισθολογική περίοδο στην οποία αναφέρεται,
γ) ποσά στον πίνακα των συνόλων και
δ) στοιχεία ασφαλιστικής ταυτότητας, απασχόλησης και αμοιβής του ασφαλισμένου.
6. Αν διαπιστωθούν παραλείψεις ή σφάλματα στα στοιχεία της Α.Π.Δ. που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, ενημερώνεται ο εργοδότης και καλείται για την ορθή επανυποβολή της Α.Π.Δ..
Για διάστημα δώδεκα μηνών από την έναρξη εφαρμογής της Α.Π.Δ. χορηγείται για την ορθή επανυποβολή της, προθεσμία τριών εργάσιμων ημερών πέραν της καταληκτικής ημερομηνίας που θα ορισθεί σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 3.
Μετά την παρέλευση άπρακτης της ανωτέρω προθεσμίας η Α.Π.Δ. θεωρείται ως εκπρόθεσμη ή ως μη υποβληθείσα, σύμφωνα με τα όσα προβλέπονται στο άρθρο 7.
7. Εάν διαπιστώνονται σφάλματα ή παραλείψεις κατά την ηλεκτρονική επεξεργασία της Α.Π.Δ. ενημερώνεται ο εργοδότης για τα λάθη που εμποδίζουν τη διεκπεραίωση της και καλείται για την ορθή επανυποβολή της εντός τακτής προθεσμίας.
Μετά την παρέλευση άπρακτης της προθεσμίας η Α.Π.Δ. θεωρείται ανακριβής σύμφωνα με τα όσα προβλέπονται στο άρθρο 7.
Η διαδικασία της επεξεργασίας των στοιχείων της Α.Π.Δ. και η προθεσμία για την ορθή επανυποβολή της καθορίζονται με τον Κανονισμό της παρ. 2 του άρθρου 1.
Άρθρο 5
Υποβολή έκτακτης Α.Π.Δ.
1. Αν διακοπεί η απασχόληση του συνόλου του προσωπικού, οι επιχειρήσεις συνεχούς λειτουργίας και οι εποχικές, υποχρεούνται να υποβάλλουν έκτακτη Α.Π.Δ. στο αρμόδιο για την υποβολή υποκατάστημα ή παράρτημα μέσα σε οκτώ εργάσιμες ημέρες από την ως άνω διακοπή. Η έκτακτη Α.Π.Δ. περιέχει, εκτός από τα στοιχεία που αναγράφονται στο άρθρο 3 παρ.1, και υπεύθυνη δήλωση του εργοδότη ότι έπαυσε να απασχολεί προσωπικό. Για το διάστημα που δεν απασχολήθηκε προσωπικό δεν υποβάλλεται Α.Π.Δ..
2. Έκτακτη Α.Π.Δ. υποχρεούνται να υποβάλλουν και οι εργοδότες οικοδομικών και τεχνικών έργων, εφόσον διακόπτουν τις εργασίες για διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών. Η έκτακτη Α.Π.Δ. υποβάλλεται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του τρίτου μήνα από τη διακοπή των εργασιών. Για το διάστημα που δεν εκτελούνται εργασίες δεν υποβάλλεται Α.Π.Δ..
3. Σε περίπτωση παράβασης της υποχρέωσης του άρθρου αυτού επιβάλλεται στον εργοδότη από τα καθ' ύλην αρμόδια όργανα πρόστιμο ποσού εκατόν πενήντα (150) ευρώ (51.113 δραχμών).
Άρθρο 6
Λοιπές υποχρεώσεις εργοδοτών
1. Οι εργοδότες που απασχολούν ή πρόκειται να απασχολήσουν πρόσωπα που υπόκεινται στην ασφάλιση του Ι. Κ.Α, ή στην ασφάλιση των φορέων ή των κλάδων και λογαριασμών των οργανισμών κοινωνικής πολιτικής των οποίων τις εισφορές εισπράττει ή συνεισπράττει το Ι.ΚΑ υποχρεούνται:
α) Να απογράφονται στο μητρώο Εργοδοτών του Ι.ΚΑ. με την έναρξη της απασχόλησης των ατόμων αυτών, καθώς και να γνωστοποιούν με υπεύθυνη δήλωση τους στις αρμόδιες υπηρεσίες του Ι.Κ.Α. την οριστική ή προσωρινή διακοπή ή μεταβολή των εργασιών τους, την αλλαγή της επωνυμίας της επιχείρησης, καθώς και οποιαδήποτε αλλαγή των κατά νόμο υπευθύνων, της έδρας, του τόπου επαγγελματικής τους εγκατάστασης και προκειμένου περί φυσικών προσώπων, του τόπου της κατοικίας ή διαμονής τους. Ο χρόνος υποβολής, καθώς και ο τύπος της ως άνω δήλωσης, καθορίζεται με τον Κανονισμό της παραγράφου 2 του
άρθρου 1. με τον αυτό ως άνω Κανονισμό καθορίζεται ο τύπος, η μορφή και το περιεχόμενο του εντύπου της απογραφής.
Σε περίπτωση παράβασης υποχρεώσεων που ορίζονται στην παράγραφο αυτή επιβάλλονται πρόστιμα στον εργοδότη από τα καθ' ύλην αρμόδια όργανα ως εξής:
αα) ποσού τριακοσίων ευρώ (102.225 δραχμών) για τη μη γνωστοποίηση της αλλαγής της επωνυμίας της επιχείρησης ή του αντικειμένου, καθώς και της αλλαγής υπεύθυνου μέλους και
αβ) ποσού εκατόν πενήντα ευρώ (51.113 δραχμών) για τη μη γνωστοποίηση της οριστικής ή προσωρινής διακοπής ή μεταβολής εργασιών τους, της αλλαγής έδρας, του τόπου επαγγελματικής τους εγκατάστασης, αλλαγής διεύθυνσης κατοικίας των υπευθύνων της επιχείρησης και προκειμένου περί φυσικών προσώπων, του τόπου της κατοικίας ή διαμονής τους.
β) Να υποβάλουν Έντυπο Βεβαίωσης Στοιχείων Εργοδότη, όσοι από αυτούς είναι ήδη απογεγραμμένοι στα μητρώα Εργοδοτών και εξακολουθούν να ασκούν δραστηριότητα επιχειρηματική ή επαγγελματική, είτε απασχολούν προσωπικό είτε όχι. Το έντυπο αυτό υποβάλλεται μία φορά από κάθε εργοδότη.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται ο χρόνος υποβολής του εντύπου, ο τύπος και η μορφή του, οι κατηγορίες των εργοδοτών που εξαιρούνται από την υποχρέωση υποβολής, ο τρόπος υποβολής του εντύπου, οι διαδικασίες παραλαβής, επεξεργασίας και ελέγχου του, η διαδικασία χορήγησης νέου αριθμού μητρώου, ο τύπος και το περιεχόμενο του χορηγούμενου στον εργοδότη εγγράφου για τη διευκόλυνση της συναλλαγής του με το Ι.ΚΑ. καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
γ) Να μεριμνούν για την απογραφή στο μητρώο Ασφαλισμένων του Ι.ΚΑ. των μη απογεγραμμένων προσώπων που απασχολούνται σε αυτούς από την έναρξη της απασχόλησης.
δ) Να αναγγέλλουν στον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.). μέσα σε οκτώ ημέρες, κάθε περίπτωση οικειοθελούς αποχώρησης μισθωτού, πέραν των υποχρεώσεων τους που απορρέουν από τις διατάξεις της νομοθεσίας του Ο.Α.Ε.Δ., για αναγγελία πρόσληψης και καταγγελίας σύμβασης μισθωτού.
Εάν ο εργοδότης δεν αναγγείλει στον Ο.Α.Ε.Δ. την καθ' οιονδήποτε λόγο αποχώρηση του μισθωτού μέσα στην προθεσμία των οκτώ ημερών ή η αποχώρηση του μισθωτού δεν αποδεικνύεται από κανένα επίσημο έγγραφο στοιχείο του εργοδότη ή του μισθωτού, τα όργανα του Ι.Κ.Α. προβαίνουν σε ασφαλιστική του τακτοποίηση για περίοδο ενός εξαμήνου από την αποχώρηση του ή σε περίπτωση που διενεργηθεί έλεγχος πριν την πάροδο του εξαμήνου, μέχρι την ημερομηνία του ελέγχου.
ε) Να διατηρούν αντίγραφο της υποβληθείσας Α.Π.Δ. για χρόνο ίσο με το χρόνο παραγραφής του δικαιώματος του Ι.Κ.Α. για βεβαίωση που προβλέπεται στο άρθρο 15.
2. Οι εργοδότες υποχρεούνται και μετά την εφαρμογή της Α.Π.Δ. να διατηρούν επί δεκαετία τα στοιχεία τα οποία τηρούσαν και υπέβαλαν, κατά τις οικείες διατάξεις, στις υπηρεσίες του Ι.Κ.Α. και τα οποία αντικαθίστανται από την Α.Π.Δ. (μισθολόγια, καταστάσεις μισθοδοσίας, μαγνητικές ταινίες, δισκέτες, Ασφαλιστικό Βιβλιάριο Απασχολουμένου, Βιβλιάριο Υποχρέωσης Καταβολής Εισφορών, Ανακεφαλαιωτικές Καταστάσεις, Εντολές Ασφάλισης Οικοδόμων).
Άρθρο 7
Κυρώσεις για εκπρόθεσμη, ανακριβή και μη υποβολή Α.Π.Δ.
1. Στους εργοδότες που:
α. δεν απογράφονται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση α' της παραγράφου 1 του άρθρου 6, επιβάλλεται πρόσθετη επιβάρυνση εισφορών που ανέρχεται σε ποσοστό 70% επί των εισφορών που καταλογίζονται,
β. δεν υποβάλλουν Α.Π.Δ., επιβάλλεται πρόσθετη επιβάρυνση εισφορών που ανέρχεται σε ποσοστό 50%, που υπολογίζεται για την πρώτη περίπτωση της παραγράφου 2 επί του ποσού των εισφορών της Α.Π.Δ., στη δε δεύτερη περίπτωση της ίδιας παραγράφου επί του ποσού των εισφορών που καταλογίζεται σε βάρος τους,
γ. υποβάλλουν εκπρόθεσμα την Α.Π.Δ., επιβάλλεται
πρόσθετη επιβάρυνση εισφορών που ανέρχεται σε ποσοστό 30% επί του ποσού των εισφορών που δηλώνεται σε αυτήν και
δ. υποβάλλουν την Α.Π.Δ. με ανακριβή στοιχεία, επιβάλλεται πρόσθετη επιβάρυνση εισφορών που ανέρχεται σε ποσοστό 30% επί του ποσού της διαφοράς που προκύπτει μεταξύ των εισφορών που δηλώθηκαν και των εισφορών που υπολογίζονται από την υπηρεσία.
ε. εκτελούν ιδιωτικά οικοδομικά και τεχνικά έργα, σε βάρος των οποίων καταλογίζονται εισφορές πέραν αυτών που αναγράφονται στις υποβληθείσες Α.Π.Δ., με βάση τους συντελεστές που προβλέπονται στο άρθρο 38 του Κανονισμού Ασφάλισης Ι.Κ.Α. ( ΑΥΥΠΚΑ Φ21/2930/ 10.11.92- ΦΕΚ 686 Β -, Φ21/478/18.3.97 - ΦΕΚ 252 Β ), επιβάλλεται πρόσθετη επιβάρυνση εισφορών ποσοστού 50%, που υπολογίζεται στο ποσό που καταλογίζεται σε βάρος τους.
Αν συντρέχουν περισσότερες της μίας προϋποθέσεις επιβολής πρόσθετης επιβάρυνσης, στους εργοδότες επιβάλλεται το ποσό που αντιστοιχεί στο μεγαλύτερο ποσοστό.
2. Ως μη υποβληθείσα θεωρείται η Α.Π.Δ. που υποβάλλεται μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της επόμενης κατά περίπτωση Α.Π.Δ., καθώς και η δήλωση που διαπιστώνεται ύστερα από έλεγχο, ότι δεν περιλαμβάνει εργαζόμενο ή εργαζόμενους και μόνο κατά το μέρος που αφορά αυτούς.
3. Εκπρόθεσμη θεωρείται η Α.Π.Δ. που υποβάλλεται μετά τη λήξη της προθεσμίας που κατά περίπτωση ορίζεται με τον Κανονισμό του δεύτερου εδαφίου της παρ.3 του άρθρου 3.
4. Ανακριβής θεωρείται η Α.Π.Δ., στην οποία προκύπτει διαφορά μεταξύ των εισφορών που δηλώνονται από τον εργοδότη και των εισφορών που προκύπτουν κατά τον έλεγχο από διαφορά ημερών εργασίας, αποδοχών ή κλάδου ασφάλισης και λοιπών στοιχείων που προσδιορίζουν την ορθή υπαγωγή στην ασφάλιση.
5. Οι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 8α του άρθρου 26 του α.ν. 1846/1951, όπως προστέθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 7 του ν.δ. 4104/1960 (ΦΕΚ 147 Α'), αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 20 του ν.1469/1984 (ΦΕΚ 111 Α'), συμπληρώθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 11 του ν.1976/1991 (ΦΕΚ 184 Α'), αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 4 του ν.2335/1995 (ΦΕΚ 185 Α΄ ), τροποποιήθηκε με το άρθρο 57 του ν.2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α') και την παράγραφο 2 του άρθρου 16 του ν.2747/1999 (ΦΕΚ 226 Α΄ ), εφαρμόζονται για περιόδους απασχόλησης προγενέστερες της εφαρμογής της Α.Π.Δ..
Άρθρο 8
Εννοιολογικοί προσδιορισμοί
1.α. Το εδάφιο γ' της περίπτωσης 5 του άρθρου 8 του α.ν. 1846/1951 αντικαθίσταται ως εξής:
«γ) Για τις οικοδομικές εργασίες, που εκτελούνται από τον κύριο του έργου ή με τη μεσολάβηση τρίτων προσώπων (εργολάβων, υπεργολάβων), ως εργοδότης θεωρείται ο κύριος του κτίσματος που ανεγείρεται, συμπληρώνεται, μεταρρυθμίζεται, επισκευάζεται ή κατεδαφίζεται.
Ειδικά επί αναθέσεως οικοδομικών έργων εργολαβικώς κατά το σύστημα της αντιπαροχής, εργοδότες θεωρούνται αλληλεγγύως και εις ολόκληρο ο αρχικός κύριος ή οι αρχικοί συγκύριοι του οικοπέδου και ο εργολάβος κατασκευαστής.»
β. Το εδάφιο στ΄ της περίπτωσης 5 του άρθρου 8 του α.ν. 1846/1951 αντικαθίσταται ως εξής:
«στ) Για τεχνικό έργο που εκτελείται από τον κύριο αυτού με τη μεσολάβηση προσώπων με τα οποία αυτός συνεβλήθη και τα οποία αναλαμβάνουν την εκτέλεση τμήματος ή του συνόλου του έργου, εφόσον τα πρόσωπα που μεσολαβούν προσλαμβάνουν και αμείβουν τους απασχολουμένους σε αυτό, εργοδότες θεωρούνται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον ο κύριος του έργου και όλα τα μεσολαβούντα πρόσωπα.»
2. Μετά το τέλος της περίπτωσης 5 του άρθρου 8 του α.ν. 1846/1951 προστίθενται περιπτώσεις 6 και 7 ως εξής:
«6. Α.Π.Δ.: Η δήλωση η οποία υποβάλλεται από τον εργοδότη και περιλαμβάνει πληροφορίες ή στοιχεία που αφορούν το χρόνο απασχόλησης κάθε ασφαλιζόμενου, την αμοιβή, τους κλάδους ασφάλισης, καθώς και το ύψος των ασφαλιστικών εισφορών και υποβάλλεται με χρήση ηλεκτρονικών μεθόδων ή μέσω δικτυακών υποδομών ή με μαγνητικό μέσο ή εγγράφως.
7. Απόσπασμα Ατομικού Λογαριασμού Ασφάλισης: Το έγγραφο με το οποίο ενημερώνεται ο ασφαλισμένος για τα στοιχεία απασχόλησης, αμοιβής και ασφάλισης που προκύπτουν από την επεξεργασία και τον έλεγχο των Α.Π.Δ..»
Άρθρο 9
Υποχρεώσεις ασφαλισμένων
1. Τα πρόσωπα που υπάγονται στην ασφάλιση ενός τουλάχιστον από τους κλάδους ασφάλισης του Ι.Κ.Α. ή σε έναν από τους φορείς ή τους κλάδους ή τους λογαριασμούς των
οργανισμών των οποίων τις εισφορές εισπράττει ή συνεισπράττει το Ι.Κ.Α. υποχρεούνται πριν αναλάβουν εργασία, να γνωστοποιούν στον εργοδότη τα πλήρη στοιχεία που απαιτούνται για τη συμπλήρωση του Ειδικού Βιβλίου Καταχώρισης Νεοπροσλαμβανόμενου Προσωπικού και της Α.Π.Δ., με την επίδειξη του πρωτοτύπου και την κατάθεση αντιγράφου του τελευταίου Αποσπάσματος Ατομικού Λογαριασμού Ασφάλισης. Αν ο ασφαλισμένος δεν έχει παραλάβει Απόσπασμα Ατομικού Λογαριασμού Ασφάλισης, τα παραπάνω στοιχεία αποδεικνύονται από το Δελτίο Ασφαλιστικής Ταυτότητας και Εισφορών, το Ασφαλιστικό Βιβλιάριο Απασχολούμενου, το Ατομικό Δελτίο Ασφάλισης, το Ατομικό Δελτίο Εισφορών ή το Απόσπασμα Ατομικού Λογαριασμού.
2. Τα πρόσωπα που αναλαμβάνουν για πρώτη φορά εργασία ασφαλιστέα στο Ι.Κ.Α., υποχρεούνται να απογραφούν στο Ι.Κ.Α. το αργότερο μέχρι την ημερομηνία εμπρόθεσμης υποβολής από τον εργοδότη της επόμενης Α.Π.Δ. και να παραδώσουν στον εργοδότη αντίγραφο της βεβαίωσης απογραφής.
Άρθρο 10
Απεικόνιση της ασφάλισης
1. Η παράγραφος 8 του άρθρου 26 του α.ν. 1846/1951, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 53 του ν. 1539/1985, αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Κάθε ημερολογιακό εξάμηνο το Ι.Κ.Α. αποστέλλει στη δηλωθείσα διεύθυνση κατοικίας ή γνωστοποιεί με κάθε άλλο πρόσφορο τρόπο σε καθέναν, λόγω παροχής εργασίας, ασφαλισμένο σε έναν τουλάχιστο κλάδο ασφάλισης του Ι.Κ.Α., Απόσπασμα Ατομικού Λογαριασμού Ασφάλισης με τα στοιχείο του εργοδότη, τις αποδοχές, τις ημέρες ασφάλισης, τον κωδικό ασφάλισης, τις εισφορές και τα λοιπά στοιχεία που προκύπτουν από τη μηχανογραφική επεξεργασία των Α.Π.Δ. που υποβλήθηκαν από τους εργοδότες για τις μισθολογικές περιόδους του ημερολογιακού εξαμήνου. Το ανωτέρω απόσπασμα περιλαμβάνει και τις ακυρώσεις ή μετατροπές ασφάλισης που αφορούν προγενέστερες μισθολογικές περιόδους, με τις οποίες ενημερώθηκε το μηχανογραφικό σύστημα ασφάλισης σε χρόνο μεταγενέστερο από την έκδοση του προηγούμενου Αποσπάσματος. Ειδικά κατά τον πρώτο χρόνο εφαρμογής της Α.Π.Δ., το Απόσπασμα αποστέλλεται σε κάθε ασφαλισμένο, κάθε ημερολογιακό τρίμηνο. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά από γνώμη του Δ.Σ. του Ι.Κ.Α. η ανά τρίμηνο
υποχρέωση αποστολής μπορεί να παρατείνεται.
β) Ο ασφαλισμένος με αίτηση του μπορεί να λάβει οποτεδήποτε γνώση των στοιχείων που αφορούν την ασφαλιστική του ιστορία για απασχόληση από την εφαρμογή της Α.Π.Δ. και εφεξής.
γ) 'Όπου προβλέπεται βεβαίωση του Ι.Κ.Α. για την απόδειξη των στοιχείων ασφάλισης που αναφέρονται σης ημέρες εργασίας, στη διάρκεια της ασφάλισης, στις αποδοχές και στα στοιχεία του εργοδότη, υποβάλλονται αντί αυτής και κατά περίπτωση επικυρωμένες φωτοτυπίες των Ασφαλιστικών Βιβλιαρίων, των Δελτίων Ασφαλιστικής Ταυτότητας και Εισφορών, των Ασφαλιστικών Βιβλιαρίων Απασχολούμενου, των Ατομικών Δελτίων Ασφάλισης, των Ατομικών Δελτίων Εισφορών, των Αποσπασμάτων Ατομικών Λογαριασμών ή των Αποσπασμάτων Ατομικών Λογαριασμών Ασφάλισης.
δ) Ο ημέρες εργασίας και τα λοιπά στοιχεία της ασφάλισης μεταφέρονται στους ατομικούς λογαριασμούς των ασφαλισμένων που τηρούνται στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα. Εάν αμφισβητηθεί η ορθότητα των στοιχείων της ασφάλισης, τα αρμόδια όργανα του Ι.Κ.Α. διατηρούν το δικαίωμα ελέγχου των εγγραφών των Αποσπασμάτων Ατομικών Λογαριασμών Ασφάλισης και παντός άλλου αποδεικτικού στοιχείου της ασφάλισης, να αποφαίνονται αιτιολογημένα ως προς την εγκυρότητα αυτής και να καταλογίζουν τις εισφορές που δεν έχουν καταβληθεί.
ε) Για τους εργατοτεχνίτες οικοδόμους, τους ασφαλιζόμενους με τις ειδικές διατάξεις περί ασφαλίσεως οικοδόμων του Κανονισμού Ασφάλισης του Ι.Κ.Α. εκτός του ανωτέρω Αποσπάσματος Ατομικού Λογαριασμού Ασφάλισης, γνωστοποιείται με κάθε πρόσφορο τρόπο κατά τα ημερολογιακά τετράμηνα Σεπτεμβρίου - Δεκεμβρίου, Ιανουαρίου - Απριλίου και Μαΐου - Αυγούστου και ενημερωτικό σημείωμα για τον Ειδικό Λογαριασμό Δώρου Εργατοτεχνιτών Οικοδόμων (Ε.Λ.Δ.Ε.Ο.). Στο ενημερωτικό σημείωμα περιλαμβάνονται τα έργα στα οποία απασχολήθηκαν, οι αντίστοιχες αποδοχές, οι ημέρες ασφάλισης, οι εισφορές και άλλα στοιχεία τα οποία προκύπτουν από τη μηχανογραφική επεξεργασία των Α.Π.Δ., που υποβάλλονται από τους εργοδότες για καθένα από τα ανωτέρω τετράμηνα απασχόλησης.»
2. Οι ασφαλισμένοι υποχρεούνται να διατηρούν το Δελτίο Ασφαλιστικής Ταυτότητας και Εισφορών, το Ασφαλιστικό Βιβλιάριο Απασχολούμενου, το Ατομικό
Δελτίο Ασφάλισης, το Ατομικό Δελτίο Εισφορών και το Απόσπασμα Ατομικού Λογαριασμού. Εάν αμφισβητηθεί η ορθότητα της ασφάλισης της περιόδου αυτής, τα αρμόδια όργανα του Ι.Κ.Α. διατηρούν το δικαίωμα να αποφαίνονται επί της εγκυρότητας της ασφάλισης.
Άρθρο 11
Παραγραφή δικαιώματος αναγνώρισης χρόνου ασφάλισης
Τα τρία πρώτα εδάφια της παραγράφου 8α του άρθρου 26 του α.ν. 1846/1951, όπως ισχύουν μετά τη διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του ν. 2556/1997 που αντικατέστησε τα πέντε πρώτα εδάφια αυτής που είχαν προστεθεί με την παράγραφο 2 του άρθρου 7 του ν.δ. 4104/1960, αντικαθίστανται ως εξής:
« 8α. Ο ασφαλισμένος που αποχωρεί ή απολύεται από την εργασία του υποχρεούται μέσα σε ένα δωδεκάμηνο από την αποχώρηση του ή την απόλυση του να δηλώνει γραπτά στο Ι.Κ.Α. τις ημέρες εργασίας που πραγματοποίησε και για τις οποίες δεν ασφαλίστηκε.
Σε καμία περίπτωση δεν αναγνωρίζονται ημέρες εργασίας που πραγματοποιήθηκαν από ασφαλισμένο σε περίοδο για την οποία, κατά την υποβολή της σχετικής αίτησης για αναγνώριση, είχε παραγραφεί το δικαίωμα του Ι.Κ.Α. να βεβαιώσει και να καταλογίσει ασφαλιστικές εισφορές.
Η διάταξη αυτή ισχύει για όλους τους κλάδους του Ι.Κ.Α., Ι.Κ.Α. - Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης μισθωτών (Ι.Κ.Α.-Τ.Ε.Α.Μ.), Ι.Κ.Α. - Ειδικού Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης μισθωτών (Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Ε.Α.Μ.), καθώς και των ασφαλιστικών οργανισμών, ταμείων και λοιπών οργανισμών κοινωνικής πολιτικής, για λογαριασμό των οποίων τις εισφορές εισπράττει ή συνεισπράττει το Ι.Κ.Α. σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΕΙΣΦΟΡΩΝ - ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΛΗΞΙΠΡΟΘΕΣΜΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ
Άρθρο 12
Τρόπος καταβολής
Οι εισφορές καταβάλλονται σε υποκαταστήματα και παραρτήματα του Ι.Κ.Α. ή σε πιστωτικά ιδρύματα ή σε άλλα νομικά πρόσωπα που συνάπτουν σύμβαση με το Ι.Κ.Α. για τη διενέργεια εισπράξεων και πληρωμών κατά τον τρόπο που ορίζεται από τον Κανονισμό της παραγράφου 2 του άρθρου 1.
Άρθρο 13
Προθεσμία καταβολής
1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 26 του α.ν. 1846/1951, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 21 του ν. 1902/1990 (ΦΕΚ 138 Α'), με την παράγραφο 4 του άρθρου 10 του ν. 2217/1994, με την παράγραφο 3 του άρθρου 13 του ν. 2335/1995 και την παράγραφο 1 του άρθρου 56 του ν. 2676/1999, αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Ως χρόνος υπολογισμού των εισφορών ορίζεται ο ημερολογιακός μήνας εντός του οποίου παρασχέθηκε η εργασία ή η υπηρεσία. Δεν μεταβάλλει τον παραπάνω χρόνο η καθυστέρηση, από οποιαδήποτε αιτία, της πληρωμής του μισθού πέραν του μηνός, όπως επίσης δεν μεταβάλλει αυτόν η καταβολή των πάσης φύσεως αποδοχών σε μακρότερα ή βραχύτερα χρονικά διαστήματα.
Ο υπόχρεος οφείλει να καταβάλλει τις εισφορές στο Ι.Κ.Α. μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του επόμενου μήνα από τον mo πάνω οριζόμενο χρόνο.
Για το Δημόσιο, τα Ν.Π.Δ..Δ. και τους Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμίδας η προθεσμία καταβολής ορίζεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μεθεπόμενου μήνα από τον πιο πάνω οριζόμενο χρόνο. Η ίδια προθεσμία καταβολής εισφορών ισχύει και για την ασφάλιση Ελλήνων υπηκόων, που απασχολούνται εκτός των ορίων της χώρας.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων η διάταξη του προηγουμένου εδαφίου μπορεί να εφαρμόζεται για τα κοινωφελή ιδρύματα του ν. 2039/1939 (ΦΕΚ 456 Α'), καθώς και για τα Ν.Π.Ι.Δ του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Η προθεσμία καταβολής των εισφορών επί των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα από όλους τους υπόχρεους λήγει την τελευταία εργάσιμη ημέρα του Φεβρουαρίου και Ιουνίου αντιστοίχως.»
Άρθρο 14
Κυρώσεις εκπρόθεσμης καταβολής
Η παράγραφος 1 του άρθρου 27 του α.ν. 1846/1951, όπως ίσχυε μετά την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 3 του ν.δ. 3762/1957 (ΦΕΚ 194 Α΄ ) και τη συμπλήρωση και τροποποίηση αυτών με τις διατάξεις του άρθρου 19 του ν. 1469/1984 και της παραγράφου 3 του άρθρου 21 του ν. 1902/1990 και αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 56 του ν. 2676/1999. αντικαθίσταται ως εξής·
«1 Ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του Ι.Κ.Α., οι οποίες δεν καταβάλλονται εμπροθέσμως, επιβαρύνονται με πρόσθετο τέλος από την επόμενη ημέρα εκείνης κατά την οποία έληξε η κατά νόμο προθεσμία καταβολής τους.
Ως ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του Ι.Κ.Α. νοούνται και οι εισφορές υπέρ του Ειδικού Λογαριασμού Δώρων Εργατοτεχνιτών Οικοδόμων (Ε.Λ.Δ.Ε.Ο), καθώς και οι εισφορές που συνεισπράττονται από το Ι.Κ.Α..
Το ποσοστό του πρόσθετου τέλους ορίζεται σε 3% για τον πρώτο μήνα καθυστέρησης και 1,5% για κάθε επόμενο μήνα και μέχρι 120% συνολικά.
Για την εφαρμογή της διάταξης αυτής, ως μήνας θεωρείται ο ημερολογιακός μήνας
Τα ποσοστά πρόσθετων τελών, καθώς και το ανώτατο όριο αυτών δύνανται να αναπροσαρμόζονται με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.»2. Στις διατάξεις του άρθρου αυτού υπάγονται όλες οι οφειλόμενες εισφορές, ανεξάρτητα από τις μισθολογικές περιόδους στις οποίες αναφέρονται.
Άρθρο 15
Είσπραξη και παραγραφή ληξιπρόθεσμων οφειλών
1. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 27 του α.ν. 1846/1951, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 21 του ν. 1902/1990, αντικαθίσταται ως εξής:
«2 Οι απαιτήσεις του Ι.Κ.Α. από ληξιπρόθεσμες εισφορές, πρόσθετα τέλη, προσαυξήσεις, πρόστιμα, τόκους,
δικαστικά έξοδα, έξοδα διοικητικής εκτέλεσης και αχρεωστήτως ληφθείσες παροχές εισπράττονται με βάση τη χρονική σειρά βεβαίωσης τους, η οποία προκύπτει από τον αύξοντα αριθμό και την ημερομηνία του τριπλοτύπου βεβαίωσης.»
2. Η παράγραφος 6 του άρθρου 27 του α.ν. 1846/1951, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 8 του άρθρου 2 του ν. 2556/1997, αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Το δικαίωμα του Ι.Κ.Α., για τη βεβαίωση σε ευρεία έννοια όλων των χρηματικών απαιτήσεων του, καθώς και των απαιτήσεων των φορέων, κλάδων ή λογαριασμών των οργανισμών κοινωνικής πολιτικής των οποίων τις εισφορές συνεισπράττει το Ι.Κ.Α., υπόκειται σε δεκαετή παραγραφή η οποία αρχίζει από την πρώτη ήμερα του επόμενου έτους από εκείνο μέσα στο οποίο παρασχέθηκε η ασφαλιστέα εργασία ή υπηρεσία. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ι.Κ.Α., μπορεί ο χρόνος παραγραφής να ορίζεται σε πέντε έτη.
Το δικαίωμα του Ι.Κ.Α προς είσπραξη όλων των χρηματικών απαιτήσεων του, καθώς και των απαιτήσεων των φορέων, κλάδων ή λογαριασμών των οργανισμών κοινωνικής πολιτικής, των οποίων τις εισφορές συνεισπράττει το Ι.Κ.Α., παραγράφεται μετά δεκαετία από τη λήξη του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο βεβαιώθηκε υπό στενή έννοια (ταμειακά). Mε απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ι.Κ.Α. η παραγραφή μπορεί να ορίζεται πενταετής.
Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται για χρηματικές απαιτήσεις μισθολογικών περιόδων μετά την εφαρμογή του θεσμού της Α Π. Δ.
Για χρηματικές απαιτήσεις μισθολογικών περιόδων πριν την εφαρμογή της Α.Π.Δ, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 27 του α.ν. 1846/ 1951, όπως έχει αντικατασταθεί με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του ν. 2556/1997 και αναριθμήθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 56 του ν. 2676/1999.»
Άρθρο 16
Χρονική διεύρυνση του προνομίου κατάταξης των απαιτήσεων των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης
Ο αριθμός 6 του άρθρου 975 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Οι απαιτήσεις των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης, εφόσον προέκυψαν μέχρι την ημέρα του πλειστηριασμού ή της κήρυξης της πτώχευσης.»
Άρθρο 17
Ταμεία Είσπραξης Εσόδων Ι.Κ.Α.
Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται υστέρα από πρόταση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και γνώμη του Δ.Σ του Ι.Κ.Α., μπορεί να ανακαθορίζεται ο αριθμός των Ταμείων Είσπραξης Εσόδων Ι.Κ.Α., που συστάθηκαν στις περιοχές Αθήνας, Πειραιά και Θεσσαλονίκης συμφωνά με τις διατάξεις του άρθρου 2 του ν.δ. 1383/1942 και των κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 8 του ν.δ. 3908/1958 και του άρθρου 1 του ν. 2252/1952 από 27 .2/18. 3. 1957 και 16.8/3.9 1959 β΄ δ/των, όπως μετονομάσθηκαν με τις διατάξεις της περίπτωσης α΄ του άρθρου 18 του ν. 1469/1984. Με όμοια διατάγματα μπορεί να ανακατανέμονται οι αρμοδιότητες τους κατά τόπο και καθ' ύλην καθώς και να μεταφέρονται αρμοδιότητες τους σε υποκαταστήματα του Ι.Κ.Α..
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
ΛΟΙΠΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ Ι.Κ.Α.
Άρθρο 18
Καθορισμός οικοδομικών και τεχνικών εργασιών
Με Κανονισμό, που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 16 του α.ν. 1846/1951, καθορίζονται οι οικοδομικές και τεχνικές εργασίες που εκτελούνται από προσωπικό επιχειρήσεων, το οποίο ασφαλίζεται στο Ι.Κ.Α. με τις κοινές διατάξεις και των οποίων οι εισφορές δεν υπολογίζονται με βάση τους συντελεστές που προβλέπονται στο άρθρο 38 του Κανονισμού Ασφάλισης Ι.Κ.Α..
Από την έκδοση του κανονισμού αυτού καταργείται η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του ν. 4476/ 1965.
Άρθρο 19
Γνωστοποίηση στοιχείων των λοιπών συνδικαιούχων στο λογαριασμό υπαλλήλων ή συνταξιούχων που απεβίωσαν
1. Η διάταξη της παραγράφου 9 του άρθρου 13 του ν. 2703/1999 (ΦΕΚ 72 Α΄ ) εφαρμόζεται και για το Ι.Κ.Α.. Η ισχύς της διάταξης αυτής για το Ι.Κ.Α. αρχίζει από την ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 2703/1999 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
2. Στο τέλος της παραγράφου 9 του άρθρου 13 του ν. 2703/1999 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Στις ανωτέρω περιπτώσεις και όταν τα αχρεωστήτως πιστωθέντα ποσά έχουν αναληφθεί εν όλω ή εν μέρει από τρίτα πρόσωπα, τα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται, ύστερα από αίτηση του φορέα μισθοδοσίας ή συνταξιοδότησης, να γνωστοποιούν σε αυτόν το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση των λοιπών συνδικαιούχων του λογαριασμού των υπαλλήλων ή συνταξιούχων που απεβίωσαν, καθώς και όποια στοιχεία έχουν για το πρόσωπο που ανέλαβε τις αχρεωστήτως πιστωθείσες αποδοχές ή συντάξεις.»
Άρθρο 20
Εκτελεστοτότητα των διοικητικών πράξεων
Για τις διοικητικές διαφορές ουσίας που προκύπτουν από την εφαρμογή της νομοθεσίας του Ι.Κ.Α., η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής και η άσκηση της δεν αναστέλλουν αυτοδικαίως την εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης, εκτός των περιπτώσεων της αναγνώρισης ημερών εργασίας από οποιαδήποτε αιτία και της επιστροφής καταβληθεισών εισφορών.
Άρθρο 21
Αναγγελία εκχώρησης απαιτήσεων τρίτων κατά του Ι. Κ.Α.
Οι διατάξεις του άρθρου 95 του ν. 2362/1995 εφαρμόζονται ανάλογα και στις περιπτώσεις της κατάσχεσης εις χείρας του Ι.Κ.Α. ως τρίτου και της αναγγελίας της εκχώρησης απαιτήσεων τρίτων κατά του Ι.Κ.Α..
Στις περιπτώσεις αυτές, το κατασχετήριο ή το εκχωρητήριο έγγραφο που προβλέπεται στο παραπάνω άρθρο
κοινοποιείται προς τη Γενική Διεύθυνση Οικονομοτεχνικών Υπηρεσιών του Ι.Κ.Α..
Άρθρο 22
Πληροφορική
Με Κανονισμό εγκρίνεται η κατάρτιση ειδικών κατά περίπτωση προγραμμάτων για την εφαρμογή του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος την εφαρμογή και επεξεργασία των Α.Π.Δ., την εξυπηρέτηση των εργοδοτών και των ασφαλισμένων, τον έλεγχο των εργοδοτών, τη δημιουργία του ενιαίου μητρώου εργοδοτών και ασφαλισμένων, την εφαρμογή νέου τρόπου υπαγωγής στην ασφάλιση, την καταβολή των παροχών σε είδος και χρήμα στους ασφαλισμένους, τη διαχείριση των οικονομικών μεγεθών, την οργάνωση των υπηρεσιών, τη λειτουργία των ΤΔΕ, καθώς και για οποιαδήποτε άλλη περίπτωση προκύπτει από την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νομού, καθώς και όποιου άλλου νόμου αναφέρεται στις δραστηριότητες αυτές. με τον ίδιο Κανονισμό προσδιορίζεται ο τρόπος ανάπτυξης τους, τα δικαιώματα προσπέλασης των εμπλεκόμενων σε αυτά υπηρεσιών, οι ασφαλιστικές δικλείδες, ο τρόπος και οι κανόνες διαχείρισης των στοιχείων, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια, με την επιφύλαξη των διατάξεων του νόμου για την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Άρθρο 23
Κωδικοποίηση διατάξεων
Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται υστέρα από πρόταση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και γνώμη του Δ.Σ. του Ι.Κ. Α., επιτρέπεται να κωδικοποιούνται σε ενιαίο κείμενο όλες οι διατάξεις του παρόντος νόμου, οι διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας που ισχύουν, νομοθετημάτων που πρόκειται να εκδοθούν και κανονιστικών πράξεων που έχουν εκδοθεί ή εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση αυτών και αφορούν τη σύσταση, οργάνωση και λειτουργία του Ι.Κ.Α.. Αν είναι αναγκαίο για την πληρότητα της κωδικοποίησης επιτρέπεται, χωρίς να αλλοιωθεί ή έννοια των διατάξεων που κωδικοποιούνται, να γίνει αναδιάρθρωση του νομοθετικού υλικού, απάλειψη των διατάξεων που έχουν καταργηθεί ρητά ή σιωπηρά και των μεταβατικών διατάξεων που δεν έχουν πλέον στάδιο εφαρμογής, μεταγλώττιση των κειμένων στη δημοτική γλωσσά, μεταβολή της σειράς της αρίθμησης και κάθε αναγκαία φραστική προσαρμογή.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΣΤΟ ΕΥΡΩ
Άρθρο 24
1. Η παράγραφος 13 του άρθρου 29 του α.ν. 1846/ 1951 αντικαθίσταται ως εξής:
«13. Τα τελικά ποσά των συντάξεων, βοηθημάτων και πάσης φύσεως επιδομάτων που απονέμει και καταβάλλει από 1.1.2002 το Ι.Κ.Α.. Ι.Κ.Α.-Τ.Ε.Α.Μ. και Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Ε.Α.Μ.. στρογγυλοποιούνται στο πλησιέστερο λεπτό του ευρώ. Ποσά μέχρι μισό λεπτό παραλείπονται, ενώ ποσά μισού και πλέον λεπτού στρογγυλοποιούνται στο επόμενο λεπτό.
2. 0 πιο πάνω τρόπος στρογγυλοποίησης εφαρμόζεται σε όλες τις περιπτώσεις που από τις καταστατικές διατάξεις των φορέων κοινωνικής ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων προβλέπεται στρογγυλοποίηση των εν γένει καταβαλλόμενων παροχών.
Άρθρο 25
1. Στο τέλος του άρθρου 29 του α.ν. 1846/1951 προστίθεται παράγραφος ως εξής:
«Τα ποσά που προκύπτουν υστέρα από κάθε αναπροσαρμογή στρογγυλοποιούνται στο πλησιέστερο λεπτό του ευρώ. Ποσά μέχρι μισό λεπτό παραλείπονται, ενώ ποσά μισού και πλέον λεπτού στρογγυλοποιούνται στο επόμενο λεπτό.»
2. 0 ανωτέρω τρόπος στρογγυλοποίησης εφαρμόζεται και για τις αναπροσαρμοζόμενες, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, συντάξεις των λοιπών φορέων κοινωνικής ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Άρθρο 26
Η παράγραφος 4 του άρθρου 37 του α.ν. 1846/1951, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«4 α) Τα όρια ημερήσιων μισθών και τα τεκμαρτά ημερομίσθια ετών έως και 2001, τα οποία θα χρησιμοποιηθούν από 1.1.2002 για κατάταξη των ασφαλισμένων και συνταξιούχων σε ασφαλιστική κλάση σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις, εκφράζονται σε ευρώ, τα μεν πρώτα με τρία δεκαδικά ψηφία παραλειπομένων των λοιπών που προκύπτουν από τη μετατροπή, τα δε δευτέρα, καθώς και το ανώτατο όριο της 28ης ασφαλιστικής κλάσης με δυο δεκαδικά ψηφία συμφωνά με τους γενικούς κανόνες μετατροπής και στρογγυλοποίησης του ν. 2842/2000.
Το κάτω όριο του ημερήσιου μισθού κάθε ασφαλιστικής κλάσης εκτός της πρώτης, διαφοροποιείται του άνω ορίου του ημερήσιου μισθού της προηγουμένης ασφαλιστικής κλάσης με προσαύξηση ενός χιλιοστού του ευρώ (0,001)
β) Τα όρια των ημερήσιων μισθών και τα τεκμαρτά ημερομίσθια ασφαλιστικών κλάσεων της παραγράφου 1 αναπροσαρμόζονται εφεξής κατά το ποσοστό αύξησης που χορηγείται κάθε φορά στις συντάξεις του Ι.Κ.Α. και από την ίδια ημερομηνία.
Σε περίπτωση κλιμακωτών αυξήσεων λαμβάνεται υπόψη το μεγαλύτερο ποσοστό αύξησης.
Τα ποσά των ορίων ημερήσιων μισθών των ασφαλιστικών κλάσεων και των τεκμαρτών ημερομισθίων που προκύπτουν κάθε φορά εκ της αναπροσαρμογής στρογγυλοποιούνται στο πλησιέστερο λεπτό του ευρώ. Ποσά μέχρι μισό λεπτό παραλείπονται ενώ ποσά μισού και πλέον λεπτού στρογγυλοποιούνται στο επόμενο λεπτό. Το κάτω όριο τoυ ημερήσιου μισθού κάθε ασφαλιστικής κλάσης εκτός της πρώτης διαφοροποιείται του άνω ορίου του ημερήσιου μισθού της προηγουμένης ασφαλιστικής κλάσης με προσαύξηση ενός λεπτού του ευρώ (0,01).»
Άρθρο 27
Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του ν. 1276/1982, όπως ισχύει σήμερα, τροποποιείται ως εξής:
«Από το μέσο όρο αποδοχών που προκύπτει κατά τον τρόπο που προβλέπεται από την παράγραφο αυτή, λαμβάνονται:
α) ολόκληρο το ποσό μέχρι 100 ευρώ, β) ποσοστό 50% για τμήμα των αποδοχών από 100,01 ευρώ μέχρι 150 ευρώ, γ) ποσοστό 25% για το τμήμα των αποδοχών από 150,01 ευρώ και άνω.»
Άρθρο 28
1 Οι εισφορές χρονικών περιόδων απασχόλησης έως 31.12.2001 καταβάλλονται από 1.1.2002 σε ευρώ και χορηγούνται ένσημα ίσης συνολικής αξίας σε δραχμές μέχρι 29.3.2002.
2 Από 1.1.2002 και μέχρι την εφαρμογή του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος (Ο Π Σ -Ι.Κ.Α.) σε ελέγχους που διενεργούνται και αφορούν χρονικές περιόδους απασχόλησης μέχρι 31.12.2001, η εμφάνιση των σχετικών ποσών και οι κατά περίπτωση υπολογισμοί στους Χρηματικούς Καταλόγους, στις οικείες Εκθέσεις Ελέγχου και στις εκδιδόμενες καταλογιστικές Πράξεις γίνονται σε δραχμές και οι καταλογιζόμενες τελικά εισφορές και λοιπές επιβαρύνσεις μετατρέπονται σε ευρώ με βάση τη σταθερή ισοτιμία δραχμής-ευρώ και σύφμωνα με τους γενικούς κανόνες μετατροπής και στρογγυλοποίησης.
Άρθρο 29
Το τελευταίο εδάφιο τις περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 50 του ν. 2676/1999 αντικαθίσταται ως εξής:
«Για τον προσδιορισμό της αρμοδιότητας τα ως άνω ρυθμιζόμενα ποσά στρογγυλοποιούνται στα χίλια ευρώ . Τα ποσά μέχρι πεντακόσια ευρώ παραλείπονται, τα δε πάνω από πεντακόσια ευρώ στρογγυλοποιούνται στην επόμενη χιλιάδα »
Άρθρο 30
Η παράγραφος 1 του άρθρου 51 του ν. 2676/1999 αντικαθίσταται ως εξής:
1. «Αίτημα χορήγησης διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής ληξιπροθέσμων οφειλών εξετάζεται από το αρμόδιο όργανο με κύριο κριτήριο τη συμπεριφορά του οφειλέτη και την αίτια για την οποία ζητείται διευκόλυνση.
Με απόφαση του αρμοδίου οργάνου παρέχεται η ευχέρεια τμηματικής εξόφλησης μέχρι είκοσι τέσσερις ισόποσες μηνιαίες δόσεις με την προϋπόθεση καταβολής των τρεχουσών εισφορών και προκαταβολής:
α. για ποσό οφειλής μέχρι εκατό χιλιάδες ευρώ ποσοστό 12%,
β. για ποσό οφειλής μεγαλύτερο των εκατό χιλιάδων έως και τριακόσιες χιλιάδες ευρώ ποσοστό 10%.
γ. για ποσό οφειλής μεγαλύτερο των τριακοσίων χιλιάδων ευρώ ποσοστό 8%.
Κάθε μηνιαία δόση δεν μπορεί να είναι μικρότερη του ποσού των έξι τεκμαρτών ημερομσθίων της 6ης ασφαλιστικής κλάσης όπως θα ισχύει κάθε φορά στρογγυλοποιείται δε σε δεκάδα ευρώ.
Τα ποσά μέχρι πέντε ευρώ παραλείπονται τα δε πάνω απo πέντε ευρώ στρογγυλοποιούνται στην επομένη δεκάδα ευρώ.»
Άρθρο 31
1. Το άρθρο 53 του ν. 2676/1999 αντικαθίσταται ως εξής:
«Η αίτηση για τη χορήγηση διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής εξετάζεται από το αρμόδιο όργανο, εφόσον έχει καταβληθεί παράβολο υπέρ του Ι.Κ.Α. και έχει επισυναφθεί γραμμάτιο είσπραξης του.
Το ποσό του παραβόλου που πρέπει να καταβληθεί είναι ίσο:
α. Με ένα τεκμαρτό ημερομίσθιο της 6ης ασφαλιστικής κλάσης, όπως ισχύει κάθε φορά, για οφειλή μέχρι έξι χιλιάδες ευρώ.
β. Με τέσσερα τεκμαρτά ημερομίσθια της 6ης ασφαλιστικής κλάσης, όπως ισχύει κάθε φορά, για οφειλές μεγαλύτερες των έξι χιλιάδων ευρώ μέχρι του ποσού που ρυθμίζει ο διευθυντής του υποκαταστήματος ή του ταμείου είσπραξης εσόδων Ι.Κ.Α..
γ. Με δέκα τεκμαρτά ημερομίσθια της 6ης ασφαλιστικής κλάσης, όπως ισχύει κάθε φορά, για οφειλές αρμοδιότητας της Επιτροπής Αναστολών.
Τα ποσά των ανωτέρω παραβόλων στρογγυλοποιούνται σε δεκάδες ευρώ. Τα ποσά μέχρι πέντε ευρώ παραλείπονται, τα πάνω από πέντε ευρώ στρογγυλοποιούνται στην επόμενη δεκάδα ευρώ, εισπραττόμενα δε αποτελούν έσοδα του Ι.Κ.Α..
Το ύψος του παραβόλου αναπροσαρμόζεται με τροποποίηση του Κανονισμού Ασφάλισης Ι.Κ.Α..»
2. Το άρθρο 58 του ν. 2676/1999 αντικαθίσταται ως εξής:
«Οφειλές που προέρχονται από επιχειρήσεις και εργοδότες οικοδομικών και τεχνικών έργων, που είναι βεβαιωμένες στα ταμεία είσπραξης εσόδων και στις ταμειακές υπηρεσίες του Ι.Κ.Α. και προέρχονται από εισφορές, πρόσθετα τέλη, πρόστιμα, επιβαρύνσεις και προσαυξήσεις εισφορών υπέρ αυτού, καθώς και υπέρ τρίτων, διαγράφονται, όταν το ποσό της κύριας οφειλής από εισφορές κατά οφειλέτη δεν υπερβαίνει τα πενήντα ευρώ (17.038 δραχμές) και δεν έχει επιτευχθεί η είσπραξη τους μέσα σε δέκα έτη από τη λήξη του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο βεβαιώθηκαν.
Επίσης διαγράφονται οι βεβαιωμένες οφειλές, από τις παραπάνω υπηρεσίες του Ι. Κ. Α. που προέρχονται:
α. Από οποιαδήποτε αιτία υπέρ αυτού και ανέρχονται στο ποσό των εκατό ευρώ (34.075 δραχμές), εφόσον δεν έχει επιτευχθεί η είσπραξη τους μέσα σε δέκα έτη από τη λήξη του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο βεβαιώθηκαν.
β. Από οφειλέτες που απεβίωσαν χωρίς να αφήσουν οποιαδήποτε περιουσία και οι κληρονόμοι τους αποποιήθηκαν την επαχθείσα κληρονομιά και από το Δημόσιο ως κληρονόμο με το ευεργέτημα της απογραφής.
γ. Από οφειλέτες των οποίων εκποιήθηκαν αναγκαστικά, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974, τα περιουσιακά τους στοιχεία και η επί δέκα έτη από τη βεβαίωση του χρέους επιδίωξη της είσπραξης των υπόλοιπων χρεών, παρά τη λήψη των ληφθέντων αναγκαστικών μέτρων, δεν απέδωσε.
Η διαγραφή σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις γίνεται με πράξεις του διευθυντή του ταμείου είσπραξης εσόδων Ι.Κ.Α. ή της οικείας μονάδας όπου ανήκει οργανικά η ταμειακή υπηρεσία.
Δεν λαμβάνονται αναγκαστικά μέτρα εκτέλεσης εκτός από το μέτρο της κατάσχεσης απαιτήσεων εις χείρας τρίτων, εφόσον το σύνολο των βεβαιωμένων και ληξιπρόθεσμων οφειλών στα ταμεία είσπραξης και στις ταμειακές υπηρεσίες του Ι.Κ.Α., που προέρχονται από κύριες εισφορές υπέρ αυτού ή υπέρ τρίτων, δεν υπερβαίνουν τα εκατό ευρώ (34.075 δραχμές).
Δεν ενεργείται βεβαίωση στα ταμεία είσπραξης εσόδων και στις ταμειακές υπηρεσίες του Ι.Κ.Α. τίτλων είσπραξης που αφορούν αυτοτελή πρόσθετα τέλη επιχειρήσεων, εφόσον το οφειλόμενο ποσό κατά οφειλέτη δεν υπερβαίνει τα είκοσι ευρώ (6.815 δραχμές).
Χρηματικές απαιτήσεις κατά του Ι.Κ.Α. από αχρεωστήτως καταβληθείσες εισφορές, μέχρι του ποσού των πέντε ευρώ (1.704 δραχμές) δεν αποδίδονται στους δικαιούχους.
Τα ανωτέρω αναγραφόμενα ποσά δύνανται να αναπροσαρμόζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από πρόταση του Δ.Σ. του Ι.Κ.Α..»
Άρθρο 32
Η παράγραφος 1 του άρθρου 6 του ν. 2874/2000 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Μειώνεται κατά δυο ποσοστιαίες μονάδες η υπέρ του κλάδου κυρίας σύνταξης του Ι.Κ.Α. εισφορά του εργοδότη για τους μισθωτούς πλήρους απασχόλησης που παρέχουν εξαρτημένη εργασία, αμειβόμενοι με μηνιαίο μισθό ή με ημερομίσθιο, εφόσον πραγματοποιούν ημέρες εργασίας ίσες με τον αριθμό των εργάσιμων ημερών κατά μήνα. Η μείωση παρέχεται εφόσον οι μηνιαίες αποδοχές, μη συνυπολογιζομένων των υπερωριών, δεν υπερβαίνουν τα εξακόσια ευρώ.
Η μείωση υπολογίζεται μόνο στις εμπροθέσμως καταβαλλόμενες εισφορές.»
Άρθρο 33
Η πρώτη περίοδος μετά την περίπτωση β' του τέταρτου εδαφίου της περίπτωσης γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν.2556/1997, που προστέθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 24 του ν.2874/2000, τροποποιείται ως εξής:
«Στις προαναφερόμενες ρυθμίσεις των 48 και 36 δόσεων, η κάθε δόση δεν μπορεί να είναι μικρότερη των ενενήντα ευρώ.»
Άρθρο 34
Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του ν.δ. 3710/1957, όπως αντικαταστάθηκε με το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης Β' του άρθρου 5 του ν. 861/1979, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«2. Ο Διοικητής του Ι.Κ.Α. αποφασίζει για την έγκριση κάθε είδους δαπάνης μέχρι ποσού έξι χιλιάδων ευρώ και για τη χορήγηση πάγιων προκαταβολών μέχρι του ίδιου ποσού, καθορίζοντας συγχρόνως και τους όρους πραγματοποιήσεως αυτών.»
Άρθρο 35
1.Τα ποσά κύριας σύνταξης που έχουν χορηγηθεί ή πρόκειται να χορηγηθούν μέχρι 31.12.2001 από τον Ο.Γ.Α., σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 9 και 10 του ν.2458/1997, επαναϋπολογίζονται σε ευρώ την 1.1.2002 ως εξής:
α) Τα ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών του άρθρου 4 του ν. 2458/1997 μετατρέπονται από δραχμές σε ευρώ αναδρομικά από 1.1.1998 σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 2842/2000.
β) Τα ποσά του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη που ίσχυαν από 1.1.1988 μετατρέπονται από δραχμές σε ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 2842/2000.
Ο υπολογισμός των ποσών των συντάξεων που προβλέπεται από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 9 του ν. 2458/1997 θα γίνει με βάση τα ποσά που θα προκύψουν από τις παραπάνω μετατροπές. Τα τελικά ποσά των συντάξεων θα στρογγυλοποιούνται στην αμέσως επόμενη πεντάδα εκατοστών του ευρώ.
2. Τα ποσά πρόσθετης σύνταξης που έχουν χορηγηθεί ή πρόκειται να χορηγηθούν μέχρι 31.12.2001 από τον Ο.Γ.Α., σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 6 και 7 του ν. 1745/1987, επαναϋπολογίζονται σε ευρώ την 1.1.2002 ως εξής:
Τα ποσά του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη που ίσχυαν από 1.1.1988 μετατρέπονται από δραχμές σε ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 2842/2000.
Ο υπολογισμός των ποσών των συντάξεων που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 1745/1987 θα γίνει με βάση τα ποσά που θα προκύψουν από την παραπάνω μετατροπή. Τα τελικά ποσά των συντάξεων θα στρογγυλοποιούνται στην αμέσως επόμενη πεντάδα εκατοστών του ευρώ.
3. Τυχόν διαφορές ποσών που θα προκύψουν από τον ανωτέρω τρόπο επαναϋπολογισμού των συντάξεων δεν αναζητούνται ούτε καταλογίζονται.
4. Οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 9 του ν. 2458/1997 και της παραγράφου 7 του άρθρου 7 του ν. 1745/1987 καταργούνται από της ισχύος τους. Από 1.1.2002 και εφεξής τα ποσά της Κύριας και της Πρόσθετης Σύνταξης του Ο.Γ.Α. θα στρογγυλοποιούνται στην αμέσως επόμενη πεντάδα εκατοστών του ευρώ.
5. Τα τελικά ποσά των συντάξεων, προσαυξήσεων, βοηθημάτων, επιδομάτων και των εν γένει καταβαλλόμενων παροχών που απονέμει και καταβάλλει ο Ο.Γ.Α. από 1.1.2002 στρογγυλοποιούνται στο πλησιέστερο λεπτό του ευρώ, επιφυλασσομένων των διατάξεων των παραγράφων 1, 2 και 4. Ποσά μέχρι μισό λεπτό παραλείπονται, ενώ ποσά μισού και πλέον λεπτού στρογγυλοποιούνται στο επόμενο λεπτό, καταργουμένων αντιστοίχως των διατάξεων που ορίζουν διαφορετικά.
6. Τα ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης του Ο.Γ.Α., καθώς και τα ποσά των συντάξεων, προσαυξήσεων, βοηθημάτων, επιδομάτων και των εν γένει παροχών που χορηγεί ο Ο.Γ.Α. αναπροσαρμόζονται σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις και στρογγυλοποιούνται στο πλησιέστερο λεπτό του ευρώ. Ποσά μέχρι μισό λεπτό παραλείπονται, ενώ ποσά μισού και πλέον λεπτού στρογγυλοποιούνται στο επόμενο λεπτό, καταργουμένων αντιστοίχως των διατάξεων που ορίζουν διαφορετικά.
Κατά τον ίδιο τρόπο στρογγυλοποιείται και το ποσό της μηνιαίας εισφοράς του Κλάδου Πρόσθετης Ασφάλισης, καθώς και το ποσό της μηνιαίας εισφοράς για σύνταξη και ασθένεια του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης, καταργουμένων αντιστοίχως των διατάξεων που ορίζουν διαφορετικά.
Άρθρο 36
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 21 του ν. 2873/2000 (ΦΕΚ 285 Α') αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«1. Η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 12 του ν.2458/1997 (ΦΕΚ 15 Α΄ ) αύξηση των ποσών των μηνιαίων βασικών συντάξεων που καταβάλλονται από τον Ο.Γ.Α. (ν. 4169/1961) ορίζεται από 1ης Ιανουαρίου 2001 σε πέντε χιλιάδες δραχμές και από 1ης Ιανουαρίου 2002 επίσης σε δεκατέσσερα και εξήντα επτά ευρώ.»
2. Η περίπτωση θ της παραγράφου 2 του άρθρο 14 του ν.4169/1961, όπως προστέθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 18 του ν.1140/1981, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«θ. Αποφασίζει περί της διενέργειας δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα, επιβαλλομένων εκ της αποστολής του Οργανισμού, μέχρι του ποσού των τριών χιλιάδων ευρώ ετησίως.»
Άρθρο 37
1. Από 1ης Ιανουαρίου 2002 η ειδική μηνιαία εισφορά υπέρ Λογαριασμού Αλληλεγγύης Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (Λ.Α.Φ.Κ.Α.) επί των συντάξεων που χορηγούν οι φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης, πλην Ο.Γ.Α. και Ν.Α.Τ., υπολογίζεται επί των κάτωθι ποσών:
- Για τμήμα σύνταξης μέχρι 397 ευρώ ποσοστό 1 %.
- Για τμήμα σύνταξης από 397,01 ευρώ μέχρι 587 ευρώ ποσοστό 2%.
- Για τμήμα σύνταξης από 587,01 ευρώ μέχρι 881 ευρώ ποσοστό 3%.
-Για τμήμα σύνταξης από 881,01 ευρώ μέχρι 1.174 ευρώ ποσοστό 4%.
- Για τμήμα σύνταξης από 1.174.01 ευρώ και άνω ποσοστό 5%.
Συντάξεις μέχρι 397 ευρώ δεν υπόκεινται σε εισφορά υπέρ Λ.Α.Φ.Κ.Α..
2. Από 1ης Ιανουαρίου 2002 ο προβλεπόμενος από την παράγραφο 4β του άρθρου 11 του ν.δ. 3102/1954 (ΦΕΚ 255 Α') κοινωνικός πόρος των 2 λεπτών της δραχμής για κάθε επιβατικό εισιτήριο διαδρομής για το τμήμα της σιδηροδρομικής γραμμής από το σταθμό Ομονοίας προς Κηφισιά μετατρέπεται στρογγυλοποιούμενος σε δύο ευρώ για κάθε 34.075 εισιτήρια διαδρομής.
3. Η προβλεπόμενη εισφορά υπέρ του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Αρτοποιών στρογγυλοποιείται και μετατρέπεται σε 0,22 ευρώ για κάθε είκοσι πέντε χιλιόγραμμα αλεύρων.
Άρθρο 38
'Όπου στις ισχύουσες διατάξεις των Ασφαλιστικών Οργανισμών αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων αναφέρονται κλιμακούμενα και διαφοροποιούμενα κατά μία δραχμή ή κλάσμα αυτής ποσά, τα οποία αποτελούν βάση υπολογισμού συντάξεων, εισφορών, επιδομάτων, εφάπαξ βοηθημάτων, προκαταβολών επί τμηματικών καταβολών ληξιπρόθεσμων εισφορών, κατά τη μετατροπή τους σε ευρώ και μετά τη στρογγυλοποίηση τους, σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες, διαχωρίζεται το αμέσως επόμενο ποσό του προηγουμένου, με προσαύξηση ενός λεπτού ευρώ (0,01).
Η ανωτέρω διάταξη εφαρμόζεται μόνο στις περιπτώσεις εκείνες οι οποίες δεν ρυθμίζονται ειδικά στον παρόντα νόμο.
Άρθρο 39
1.Η περίπτωση β' της παραγράφου 2 του άρθρου 38 του ν. 3239/1955 (ΦΕΚ 125 Α') αντικαθίσταται ως εξής:
«β) Από την επιβολή ειδικής εισφοράς 0,15 ευρώ νια κάθε 100 τόνους σίτου προέλευσης εξωτερικού ή εσωτερικού, που εκφορτώνεται σε λιμένα ή όρμο με μηχανικά μέσα (Σιλό) του Ο.Λ.Π. ή των κυλινδρόμυλων ή άλλων οργανώσεων ή οργανισμών. Η ειδική αυτή εισφορά βαρύνει τον υπόχρεο για την καταβολή των δικαιωμάτων εκφόρτωσης σιτηρών δια των μηχανικών μέσων (Σιλό).»
2. Η ισχύς των διατάξεων του κεφαλαίου αυτού αρχίζει την 1.1.2002.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 40
1. Τα δύο πρώτα εδάφια της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του ν. 2458/1997 (ΦΕΚ 15 Α΄) αντικαθίστανται ως εξής:
«Συνιστάται στον Οργανισμό Γεωργικών Ασφαλίσεων (Ο. Γ.Α) αυτοτελής Κλάδος Υγείας. Σκοπός του Κλάδου αυτού είναι η παροχή στους ασφαλισμένους και συνταξιούχους του Ο.Γ.Α., καθώς και στα μέλη οικογενείας τους, παροχών ασθένειας σε είδος και σε χρήμα.
Ο κλάδος έχει οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια. Ο προϋπολογισμός, απολογισμός και ισολογισμός του Κλάδου περιλαμβάνονται αυτοτελώς στο γενικό προϋπολογισμό, απολογισμό και ισολογισμό του Ο.Γ.Α.. με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζονται οι δαπάνες διοίκησης ύστερα από γνώμη του Δ.Σ. του Ο.Γ.Α..
Πόροι του κλάδου είναι η εισφορά ασφαλισμένου και συνταξιούχου, που προβλέπεται από τις παραγράφους 2 και 3, η κρατική επιχορήγηση, καθώς και κάθε άλλος νομοθετημένος πόρος.»
2. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του ν. 2458/1997 προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής:
«μέχρι την έκδοση του κατά τα ανωτέρω προβλεπόμενου Κανονισμού, ο Κλάδος Υγείας διέπεται από την ισχύουσα για την περίθαλψη των ασφαλισμένων του Ο.Γ.Α. νομοθεσία.»
3. Η παράγραφος 4 του άρθρου 14 του ν. 2458/1997 καταργείται.
4. Οι διατάξεις του άρθρου 14 του ν.δ. 4277/1962 (ΦΕΚ 191 Α'), όπως ισχύει μετά την τροποποίηση του με το άρθρο 17 του ν.1469/1984 και την παράγραφο 2 του άρθρου 30 του ν. 1759/1988 (ΦΕΚ 50 Α'), ισχύουν και στην περίπτωση που ο ένας από τους φορείς στους οποίους υπάγεται ο ασφαλισμένος είναι ο Ο.Γ.Α.. Σε περίπτωση που δεν επιλεγεί ο Ο.Γ.Α. ως φορέας ασθένειας, δεν καταβάλλονται οι εισφορές του κλάδου.
5. Η παράγραφος 4α του άρθρου 13 του ν.1140/1981 (ΦΕΚ 68 Α') αντικαθίσταται ως εξής:
«4. α. Σε περίπτωση νοσηλείας ασφαλισμένου του
Ο.Γ.Α. κατά τη διάρκεια προσωρινής διαμονής του σε χώρα του εξωτερικού, ο Ο.Γ.Α. αποδίδει δαπάνες νοσηλείας, εφόσον αυτή οφείλεται σε βίαιο ή αιφνίδιο ή αναπότρεπτο συμβάν, κατά την κρίση των αρμόδιων κατά νόμο Ειδικών Υγειονομικών Επιτροπών, και μέχρι: α) του ποσού του τιμολογίου του συνολικού ενοποιημένου νοσηλίου, ανάλογα με το περιστατικό, εφόσον για τη νοσηλεία των περιστατικών αυτών στην Ελλάδα ο Ο.Γ.Α. καταβάλει ενοποιημένο νοσήλιο, ή β) του διπλάσιου του ποσού του ημερήσιου ενοποιημένου νοσηλίου νοσοκομείου κατά νοσηλευτικό τομέα.»
Άρθρο 41
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 12 του ν. 2458/1997 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«1. 'Όσοι καθίστανται συνταξιούχοι λόγω γήρατος δικαιούνται παράλληλα και τη συνταξιοδοτική παροχή που προβλέπεται από το άρθρο 4 του ν.4169/1961, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις του ανωτέρω άρθρου.
'Όσοι καθίστανται συνταξιούχοι λόγω γήρατος με δεκαπέντε τουλάχιστον έτη ασφάλισης στον Ο.Γ.Α. δικαιούνται με τις ίδιες χρονικές προϋποθέσεις και τη συνταξιοδοτική παροχή, που προβλέπεται από το άρθρο 4 του ν.4169/1961, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, επιφυλασσομένων των διατάξεων του δ' εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν.4169/1961.»
'Όσοι καθίστανται συνταξιούχοι λόγω αναπηρίας δικαιούνται με τις ίδιες προϋποθέσεις και τη συνταξιοδοτική παροχή του ν.δ. 4575/1966, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, επιφυλασσομένων των διατάξεων του δ' εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 4169/1961.»
Οι ανωτέρω διατάξεις εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς υποθέσεις.
2. Η παράγραφος 4 του άρθρου 6 του ν. 2458/1997, που προστέθηκε με το όρθρο 9 του ν. 2747/1999, αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι διατάξεις της παραγράφου 3 έχουν εφαρμογή και για τα πρόσωπα που έχουν συνταξιοδοτηθεί ή θα συνταξιοδοτηθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4575/1966, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.»
Άρθρο 42
1. Ο λογαριασμός Προνοίας του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης, Πρόνοιας και Κοινής Διανομής Πωλητών Βενζίνης Αθηνών, Πειραιώς και Περιχώρων, που είχε συσταθεί με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του α.ν. 1606/1939 (ΦΕΚ 50 Α'), καταργείται την πρώτη ημέρα του τρίτου μήνα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού. Το Ταμείο μετονομάζεται σε Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Κοινής Διανομής Πρατηριούχων Υγρών Καυσίμων.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου και γνώμη του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλισης, κατανέμονται οι πόροι του Ταμείου μεταξύ του κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης και του κλάδου Κοινής Διανομής.
Με όμοια απόφαση τροποποιούνται, συμπληρώνονται και αντικαθίστανται καταστατικές διατάξεις και ο Κανονισμός Παροχών των δύο εναπομεινάντων κλάδων του Ταμείου.
2. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 12 του ν.2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α') προστίθεται περίπτωση γ' ως εξής:
«γ) Καταρτίζεται Κανονισμός Λογιστικής και Οικονομικής Λειτουργίας του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (Ο.Α.Ε.Ε.). με τον Κανονισμό αυτόν ρυθμίζονται και τα οικονομικά θέματα των καταργούμενων Ταμείων.»
Άρθρο 43
Στο τέλος της περίπτωσης γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του ν. 2703/1999 (ΦΕΚ 72 Α΄ ) προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής:
«Το ως άνω εφάπαξ κατ' έτος ποσό χορηγείται και στους φαρμακοποιούς του Ο.Γ.Α. και των ασφαλιστικών ταμείων, που εποπτεύονται από τη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων. με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται το ύφος του εφάπαξ ποσού, ο χρόνος και ο τρόπος της καταβολής του, τα κριτήρια ελέγχου και αξιολόγησης για την αποτελεσματική εφαρμογή της φαρμακευτικής πολιτικής στα ασφαλιστικά ταμεία, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.»
Άρθρο 44
1. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζονται στο πλαίσιο του ν.2860/2000 (ΦΕΚ 251 Α') ειδικότερα θέματα που αφορούν τις προϋποθέσεις, τις διαδικασίες, τους όρους, τα όργανα και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με τη διαχείριση, παρακολούθηση, χρηματοδότηση, έλεγχο, εφαρμογή ή άλλη συναφή ενέργεια που συνδέεται με την εκτέλεση πράξεων, οι οποίες συγχρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο.
2. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Υγείας και Πρόνοιας και των κατά περίπτωση συναρμόδιων Υπουργών ορίζονται στο πλαίσιο του ν.2860/2000 (ΦΕΚ 251 Α') ειδικότερα θέματα σχετικά με τον τρόπο, τη διαδικασία, το σχεδιασμό, το συντονισμό, τη διοίκηση, τη διαχείριση, την παρακολούθηση, τον έλεγχο και την αξιολόγηση των συγχρηματοδοτούμενων από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (Ε.Κ.Τ.) ενεργειών που εντάσσονται στα Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα (Π.Ε.Π.) του Γ' Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (Κ.Π.Σ.) και αφορούν στη λειτουργία μονάδων όπως: Βρεφικοί Σταθμοί, Βρεφονηπιακοί Σταθμοί, Βρεφονηπιακοί Σταθμοί Ολοκληρωμένης Φροντίδας, Παιδικοί Σταθμοί, Κέντρα Δημιουργικής Απασχόλησης Παιδιών, Κέντρα Δημιουργικής Απασχόλησης Παιδιών με Αναπηρία «Βοήθεια στο Σπίτι», «Κέντρα Ημερήσιας Φροντίδας Ηλικιωμένων» (Κ.Η.Φ.Η.).
3. Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει από τις 14.11.2000, ημερομηνία έναρξης της ισχύος του ν. 2860/2000.
Άρθρο 45
Η παράγραφος 4 του άρθρου 9 του ν.2512/1997 (ΦΕΚ 138 Α') αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«4. με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μετά από σύμφωνη γνώμη του Δ.Σ. του Τ.Π.Δ.Υ. δύναται να αυξάνεται από 1.1.2002 και εφεξής το προβλεπόμενο εφάπαξ βοήθημα από τις παραγράφους 2 και 3 σε ποσοστό που ορίζεται με βάση τα οικονομικά δεδομένα του Τ.Π.Δ.Υ..»
Άρθρο 46
Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του ν. 2874/2000 (ΦΕΚ 286 Α΄ ) αντικαθίσταται ως εξής:
«Το Συμβούλιο είναι επταμελές και συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων από πρόσωπα κύρους ιδιαίτερης επιστημονικής κατάρτισης και εμπειρίας στα αντικείμενα της προηγούμενης παραγράφου.»
Στο τέλος του ίδιου άρθρου προστίθεται παράγραφος 7 ως εξής:
«7. Με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορεί να καθορίζονται, κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη διάταξη, οι κάθε είδους αποζημιώσεις και αποδοχές του Προέδρου και των μελών του Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων Απασχόλησης και Κοινωνικής Ασφάλισης.»
Άρθρο 47
Η παράγραφος 2 του άρθρου 12 του ν. 2676/1999 τροποποιείται ως ακολούθως:
«2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μέσα σε έξι μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος, με πρόταση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Α.Ε.Ε., η οποία λαμβάνεται με βάση πόρισμα Επιτροπής που συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, εκδίδεται ο Οργανισμός του Ο.Α.Ε.Ε., ως προς το περιεχόμενο του οποίου εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 20 του ν. 2503/1997 (ΦΕΚ 107 Α'). με το ίδιο προεδρικό διάταγμα προβλέπεται και η μεταφορά των θέσεων και του υπηρετούντος προσωπικού του Ταμείου Επαγγελματιών Βιοτεχνών Ελλάδος (Τ.Ε.Β.Ε.), του Ταμείου Ασφαλίσεων Εμπόρων (Τ.Α.Ε.) και του Ταμείου Συντάξεων Αυτοκινητιστών (Τ.Σ.Α.), στον Ο.Α.Ε.Ε..»
Άρθρο 48
1. Τα εδάφια α΄ και β' της παραγράφου 3 του άρθρου 5 του ν.δ. 3789/1957 (ΦΕΚ 210 Α') τροποποιούνται ως ακολούθως:
«Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων δύναται να ορίζεται παράβολο το οποίο κατατίθεται υπέρ του ειδικού λογαριασμού του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας, που τηρείται στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, για την υποβολή και συζήτηση ή την τροποποίηση παντός κανονισμού εργασίας καταρτιζομένου σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 3789/1957 (ΦΕΚ 210 Α΄ ).
Από την υποχρέωση καταβολής του ανωτέρω παραβόλου εξαιρούνται οι επιχειρήσεις και οι εκμεταλλεύσεις ασκούμενες υπό του Δημοσίου ή για λογαριασμό αυτού.»
2. Η Κεντρική Επιτροπή Εποπτείας και Συντονισμού Εφαρμογής του ν. 2643/1998 που συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορεί να αποτελείται και από μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που υπηρετεί στο Γραφείο Νομικού Συμβούλου του Υπουργείου.
3. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν. 2643/1998, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 31 του ν. 2956/2001 (ΦΕΚ 258 Α΄ ). αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Οι δημόσιες υπηρεσίες, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) και οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) κάθε βαθμίδας υποχρεούνται να διορίζουν ή να προσλαμβάνουν πρόσωπα προστατευόμενα από το άρθρο 1, χωρίς διαγωνισμό ή επιλογή, σε θέσεις που αντιστοιχούν στο πέντε τοις εκατό (5%) του συνόλου των θέσεων που προκηρύσσονται κάθε φορά.·
Άρθρο 49
Ολοκλήρωση της εκκαθάρισης της ΕΛ.ΒΙ.Π.Υ. Α.Ε.
1. Η εκκαθάριση της ανώνυμης εταιρείας υπό την επωνυμία «Ελληνική Βιομηχανία Προϊόντων Υγείας» (ΕΛ.ΒΙ.Π.Υ Α.Ε.), εφόσον δεν έχει ολοκληρωθεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, θεωρείται ότι έχει περατωθεί μετά την πάροδο τριών μηνών από την ημερομηνία ισχύος του.
2. Εντός μηνός από του πέρατος της εκκαθάρισης, κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου:
α) θα καταρτισθούν, δημοσιευθούν και εγκριθούν οι τελικές οικονομικές καταστάσεις της ΕΛ.ΒΙ.Π.Υ. Α.Ε., θα υποβληθεί η οριστική δήλωση φορολογίας εισοδήματος για την ΕΛ.ΒΙ.Π.Υ. Α.Ε. και θα ολοκληρωθούν όλες οι επιβαλλόμενες, από τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920, διαδικασίες.
β) Όλα τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού της ΕΛ.ΒΙ.Π.Υ. Α.Ε., περιλαμβανομένων των κάθε φύσης δικαιωμάτων, αξιώσεων και υποχρεώσεων, ανεξάρτητα αν περιλαμβάνονται στον ισολογισμό ή στα βιβλία της μεταβιβάζονται αυτοδικαίως και χωρίς άλλη διαδικασία στον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ.), ο οποίος είναι και ο μοναδικός μέτοχος της πιο πάνω, υπό εκκαθάριση, ανώνυμης εταιρείας.
Η μεταβίβαση των στοιχείων του ενεργητικού της ΕΛ.ΒΙ.Π.Υ. Α.Ε. προς τον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ.) και κάθε άλλη πράξη που συνδέεται με αυτή, απαλλάσσονται από κάθε φόρο, εισφορά ή τέλος, περιλαμβανομένου του τέλους χαρτοσήμου υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων.
Μετά το πέρας των διαδικασιών κατά την παράγραφο αυτή λήγει η θητεία των εκκαθαριστών της ΕΛ.ΒΙ.Π.Υ. Α.Ε. και παύει αυτοδικαίως η εξουσία τους.
Εκκρεμείς δίκες με διάδικο την ΕΛ.ΒΙ.Π.Υ. Α.Ε. συνεχίζονται στο όνομα του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ.). ως ειδικού διαδόχου της ΕΛ.ΒΙ.Π.Υ. Α.Ε. χωρίς άλλη διατύπωση και δεν επέρχεται βίαιη διακοπή τους ούτε απαιτείται δήλωση περί επαναλήψεως τους.
3. α) Για τους κάθε μορφής και κατηγορίας τηρούμενους τραπεζικούς ή επενδυτικούς λογαριασμούς, επ' ονόματι της ΕΛ.ΒΙ.Π.Υ. Α.Ε. και προκειμένου αυτοί να εξακολουθήσουν τηρούμενοι επ' ονόματι του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ.) αρκεί γραπτή, προς τούτο, δήλωση του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ.) προς το οικείο κατάστημα ή υποκατάστημα της αντίστοιχης Τράπεζας.
β) Ύστερα από αίτηση του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ.), και με βάση σχετική έκθεση των εκκαθαριστών, στην οποία περιγράφονται τα ακίνητα που ανήκουν κατά κυριότητα στην υπό εκκαθάριση τελούσα ανώνυμη εταιρεία ΕΛ.ΒΙ.Π.Υ. σημειώνεται, ατελώς, στο βιβλίο μεταγραφών του αρμόδιου υποθηκοφυλακείου η μεταβολή που επήλθε σύμφωνα και με την πρόβλεψη της παρα γράφου 2 του παρόντος.
4. Τυχόν απαιτήσεις τρίτων κατά της ΕΛ.ΒΙ.Π.Υ. Α.Ε. που υφίστανται κατά τη δημοσίευση του παρόντος, αποσβένονται, αν εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός έτους από τη δημοσίευση αυτή δεν ασκηθούν δικαστικώς ή δεν υποβληθεί σχετική αίτηση εξώδικης αναγνώρισης τους, στο Διοικητικό Συμβούλιο του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ.).
5. Για θέματα που αφορούν την ολοκλήρωση της εκκαθάρισης της ΕΛ.ΒΙ.Π Υ. Α.Ε. και ρυθμίζονται με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν επιβάλλονται πρόστιμα και κυρώσεις γενικά, που προβλέπονται από τις φορολογικές διατάξεις.
6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Υγείας και Πρόνοιας μπορεί vα ρυθμίζονται θέματα που προκύπτουν κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, όπως ο τρόπος και η διαδικασία παράδοσης και παραλαβής των μεταβιβαζόμενων περιουσιακών στοιχείων, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
7. Οι περιορισμοί και οι αναλογίες των παραγράφων 3 και 5 του άρθρου 1 του ν. 123/1975 (ΦΕΚ 172 Α΄ ) για τον καθορισμό του αριθμού των ειδικευόμενων ιατρών δεν ισχύουν για τους ειδικευόμενους στην ειδικότητα της Γενικής Ιατρικής, νια τους οποίους ορίζεται αναλογία ένας (1) ιατρός ανά δώδεκα (12) κλίνες. Ως αριθμός δε των κλινών νοείται το σύνολο των κλινών του Γενικού Νοσοκομείου.
8. Οι Διοικητές των αποκεντρωμένων μονάδων των Περιφερειακών Συστημάτων Υγείας (Πε.Σ.Υ.) του ν. 2889/2001 (ΦΕΚ 37 Α') είναι οι κύριοι διατάκτες για τις εγγεγραμμένες στον προϋπολογισμό του φορέα τους πιστώσεις, τις οποίες διαθέτουν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν.δ. 496/1974 «περί λογιστικού των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου» (ΦΕΚ 204 Α'). Οι Διοικητές των νοσοκομείων της παρ. 10 του άρθρου 13 του ν. 2889/2001 μπορεί να είναι δευτερεύοντες διατάκτες, εξουσιοδοτούμενοι από τα οικεία Διοικητικά Συμβούλια.
Άρθρο 50
Το επίδομα τρίτου παιδιού, το πολυτεκνικό επίδομα και το επίδομα σύνταξης της πολύτεκνης μητέρας του άρθρου 39 του ν. 2459/1997, όπως ισχύουν σήμερα, καταβάλλονται από 1.1.2002 σε όλους τους δικαιούχους ανεξαρτήτως του ύψους του οικογενειακού εισοδήματος τους.
Άρθρο 51
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δύνανται να διαγράφονται οφειλές του Ι.Κ.Α προς το Ελληνικό Δημόσιο που γεννήθηκαν μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος από καταπτώσεις εγγυήσεων, περιλαμβανομένων και των τυχόν τόκων και προσαυξήσεων. Με σύμβαση που θα υπογραφεί μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου, εκπροσωπουμένου από τους Υπουργούς Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και του Ι.Κ.Α., θα καθορισθούν οι όροι και ο τρόπος εξόφλησης από το Δημόσιο του ποσού των 1.300 δισ. δρχ., στο οποίο ανέρχεται το σύνολο των οφειλών αυτού προς το Ι.Κ.Α. από τις διατάξεις του άρθρου 3 του ν.δ. 465/1970, του άρθρου 46 του ν. 1892/1990, του άρθρου 1 του ν. 2078/1992, του άρθρου 23 του ν. 2079/1992, των άρθρων 22,35, 44 και 68 του ν. 2084/1992, του άρθρου 74 του ν. 2127/1993, του άρθρου 53 του ν. 2224/1994, του άρθρου 1 του ν. 2302/1995, του άρθρου 14 του ν. 2367/1995, του άρθρου 5 του ν. 2388/1996, του άρθρου 26 του ν. 2439/1996, του άρθρου 6 του ν. 2528/1997, του άρθρου 18 του ν. 2641/1998, του άρθρου 10 του ν. 2671/1998, του άρθρου 30 του ν. 2685/1999 και του άρθρου 9 του ν. 2745/1999, καθώς και από οποιαδήποτε άλλη διάταξη που έχει θεσπιστεί μέχρι 31.12.2000, μετά την αφαίρεση των κατά την παραπάνω παράγραφο οφειλών του Ι.Κ.Α. προς το Δημόσιο από καταπτώσεις εγγυήσεων.
Άρθρο 52
Η θητεία του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων παρατείνεται από τη λήξη της μέχρι τις 28.2.2002.
Άρθρο 53
Καταργούμενες διατάξεις
Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη που είναι αντίθετη με τις διατάξεις του παρόντος. Θέματα που δεν ρυθμίζονται από τον παρόντα νόμο εξακολουθούν να διέπονται από τις υφιστάμενες διατάξεις.
Άρθρο 54
Στην παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 2874/2000 προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Για την υποβοήθηση της λειτουργίας του Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων Απασχόλησης και Κοινωνικής Ασφάλισης και της μονάδας Ανάλυσης και Τεκμηρίωσης, που συστάθηκαν στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων με το ν. 2874/2000 (ΦΕΚ 286 Α΄ ), δύνανται να αποσπώνται υπάλληλοι από τα συγχωνευθέντα με τον ίδιο νόμο νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δίκαιου με την επωνυμία Εθνικό Ινστιτούτο Εργασίας (Ε.Ι.Ε.) και Εθνικό Παρατηρητήριο Απασχόλησης (Ε.Π.Α.).
Με την απόφαση της απόσπασης καθορίζεται η υπηρεσία, η οποία επιβαρύνεται με τη μισθοδοσία των αποσπασμένων υπαλλήλων.»
Άρθρο 55
Η προβλεπόμενη από τις παραγράφους 1 και 3 του άρθρου 72 του ν. 2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α') προθεσμία, για τη μεταβίβαση των τρίκυκλων μοτοσικλετών Δ.Χ., καθώς και των ελαφρών φορτηγών Δ.Χ. παρατείνεται μέχρι 30.6. 2002.
Άρθρο 56
Συνιστάται στο γραφείο του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Ε. μία (1) θέση μετακλητού ειδικού συνεργάτη - δημοσιογράφου με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου. Η πρόσληψη στη θέση αυτή γίνεται από το Διοικητή του Ο.Α.Ε.Ε.. Ο ειδικός συνεργάτης - δημοσιογράφος αποχωρεί αυτοδίκαια και ταυτόχρονα με την αποχώρηση, για οποιονδήποτε λόγο, του προσώπου που τον προσέλαβε, χωρίς να γεννάται οποιοδήποτε δικαίωμα αποζημίωσης ή οποιοδήποτε άλλο δικαίωμα ή αξίωση.
Η αμοιβή του παραπάνω προσώπου καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Άρθρο 57
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 27 Δεκεμβρίου 2001
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗΣ Κ. ΣΚΑΝΔΑΛΙΔΗΣ Δ. ΡΕΠΠΑΣ
ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
Α. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Φ. ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 27 Δεκεμβρίου 2001
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Φ. ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ